Shedia

EN GR

02/04/2015

Πατριδογευσία του Χρήστου Κωστή

Στις όχθες του ποταµού Μτκβάρι
 
Αντί για δηµοσιογράφος στην Τιφλίδα, η Καίτη ζει εδώ, χαρούµενη, µε τον «Θεόφιλο της Γεωργίας». 
 
H Καίτη άφησε πριν από είκοσι χρόνια την ταραγµένη µετασο-βιετική Γεωργία για να βρει κα-ταφύγιο στη χώρα µας όπου, τελικά, ρίζωσε. Στην πορεία θα ανοίξει γεωργιανό εστιατόριο.
 
«Γεννήθηκα στην Τιφλίδα το 1972. Ο πατέρας µου ήταν µάγειρας σε εστιατόριο και η µητέρα µου νοσοκόµα. Τα παιδικά µου χρόνια ήταν ξέγνοιαστα, τα καλοκαίρια πηγαίναµε διακοπές στα ρωσικά θέρετρα της Μαύρης Θάλασσας, το Σότσι, το Νοβοροσίσκ, το Μαχατσκαλά, και το χειµώνα στο Μπορτζόµι, που είχε το καλύτερο µεταλλικό νερό της Σοβιετικής Ένωσης. Μου άρεσε η µουσική και ο αθλητισµός, έκανα ενόργανη γυµναστική, κολύµβηση και πιάνο. Όλες αυτές οι δραστηριότητες προσφέρονταν δωρεάν από το κράτος. Η πλούσια αγροτική παραγωγή –τα γεωργιανά κρασιά και εσπεριδοειδή προµήθευαν όλες τις σοβιετικές δηµοκρατίες– εξασφάλιζε στους κατοίκους της Γεωργίας ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο. Ζούσαµε αδερφωµένοι Γεωργιανοί, Ρώσοι, Αρµένιοι, Εβραίοι, Έλληνες. Πήγαινα σε ρώσικο σχολείο, γιατί οι γονείς µου ήθελαν να σπουδάσω στη Μό-σχα. Ονειρευόµουν να γίνω δηµοσιογράφος», µας αφηγείται η Καίτη. 
 
Το 1989 άρχισαν να µαζεύονται τα πρώτα σύννεφα πάνω από τη χώρα. «Ήµουν αυτόπτης µάρτυρας της µεγάλης σφαγής της 9ης Απριλίου του 1989, όταν ο σοβιετικός στρατός έπνιξε στο αίµα τη διαδήλωση υπέρ της γεωργιανής ανεξαρτησίας στην Τιφλίδα».
Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, δυο χρόνια αργότερα, θα έχει ως αποτέλεσµα το κλείσιµο των περισσότερων βιοµηχανιών της χώρας.
 
«Η κατάρρευση της γεωργιανής οικονο-µίας θα ενταθεί µε τον πόλεµο στη Νότια Οσετία και την Αµπχαζία την περίοδο 1991-1993, όταν οι υποστηριζόµενοι από τη Ρωσία τοπικοί αυτονοµιστές θα ανακηρύξουν την ανεξαρτησία τους από τη Γεωργία. Περίπου 300.000 πρόσφυγες θα συγκεντρωθούν στην πρωτεύουσα, ενώ, παράλληλα, η Τιφλίδα βρισκόταν στο έλεος της βίας του οργανωµένου εγκλήµατος και της εµφύλιας διαµάχης των οπαδών του προέδρου Σεβαρντνάτζε και του αντιπάλου του Γκαµσαχούρντια. Η ανεργία εκτινάχθηκε στο 50%, ο πληθωρισµός κάλπαζε, υπήρχε έλλειψη βασικών ειδών διατροφής, όπως το ψωµί, ενώ το ρεύµα κοβόταν για µέρες ολόκληρες. Σχεδόν 2.000.000 Γεωργιανοί θα εγκαταλείψουν τη χώρα για τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Εγώ τότε σπούδαζα οικονοµικά στο Πανεπιστήµιο της Τιφλίδας. Με τη λήξη των σπουδών µου, το 1996, µη βλέποντας κανένα µέλλον, θα έρθω στην Αθήνα, µαζί µε τη µητέρα, τον αδερφό µου και τη νεογέννητη κόρη µου. Είχαµε βγάλει βίζα από το ελληνικό προξενείο στη Μόσχα. Είχαµε γνωστούς στην Ελλάδα, υπήρχε µεγάλη γεωργιανή κοινότητα, που σήµερα φθάνει τα 40.000 άτοµα», µας λέει.
 
«Η µητέρα µου θα εργαστεί φροντίζοντας ηλικιωµένους και ο αδερφός µου ως οικοδόµος, έστελναν χρήµατα στον πατέρα µου στη Γεωργία, που είχε αναγκαστεί να κλείσει το εστιατόριό του. Εγώ θα µεγαλώνω την κόρη µου στο σπίτι. Το 2002, όταν ήταν να πάει σχολείο, δηµιούργησα µαζί µε κάτι φίλους ένα µαγαζί µε γεωργιανά γλυκίσµατα. Το 2009, θα ανοίξει ένα γεωργιανό εστιατόριο, το «Pirosmani», στο κέντρο της Αθήνας, που πήρε το όνοµά του από τον «Θεόφιλο της Γεωργίας», Νίκο Πιροσµάνι, που πέθανε πάµφτωχος το 1918, αφήνοντας πολλές ζωγραφιές στους τοίχους των καπηλειών της Τιφλίδας. «Είναι µια δουλειά που είχα µάθει καλά δίπλα στον πατέρα µου. Στόχος µου ήταν να µυήσω τους Έλληνες στον πλούτο της γεωργιανής παραδοσιακής κουζίνας, σε πιάτα όπως το πχάλι (σπανάκι µε καρύδια και παντζάρια) και το σκµερούλι». 
 
Έχει να επισκεφτεί δύο χρόνια τη Γεωργία. «Μου λείπει η πατρίδα µου, οι βόλτες στις όχθες του ποταµού Μτκβάρι, στα σοκάκια της παλιάς πόλης της Τιφλίδας µε τις κατοικίες µε τα ξύλινα µπαλκόνια και τις εσωτερικές αυλές, στο κάστρο Ναρίκαλα, στον βοτανικό κήπο του λόφου Μτατσµίντα, οι επισκέψεις στις µεσαιωνικές εκκλησίες της πόλης Μτσχέτα. Στη Γεωργία, όµως, δεν θα επιστρέψω παρά στα γεράµατά µου».
 
Θέλει, µάλιστα, να αιτηθεί τη χορήγηση της ελληνικής ιθαγένειας. «Η κόρη µου ευτυχώς την απέκτησε. Εγώ εξακολουθώ να ανανεώνω κάθε δύο χρόνια την άδεια παραµονής µου. Η Ελλάδα είναι η δεύτερή µου πατρίδα. Εδώ είναι η ζωή µου», καταλήγει.              
 
Σκµερούλι (Κοκοράκι µε σάλτσα σκόρδου)
(Για 2 άτοµα)
 
ΥΛΙΚΑ
1 κοκοράκι
Μισό σκόρδο
2 κ.σ. γιαούρτι
3 κ.σ. ελαιόλαδο
Αλάτι / Κόκκινο πιπέρι
 
ΕΚΤΕΛΕΣΗ       
Ψήνουµε το κοκοράκι στο φούρνο σε πήλινο σκεύος (Ketsi)  για περίπου 40'. Σε µια κατσαρόλα ρίχνουµε το σκόρδο, το γιαούρτι, το ελαιόλαδο και το αλατοπίπερο και ανακατεύουµε για 10 λεπτά. Μόλις ψηθεί το κοκοράκι, το περιχύνουµε µε τη σάλτσα σκόρδου και το ξαναβάζουµε για 10' στο φούρνο και το σερβίρουµε.
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ