Shedia

EN GR

26/02/2014

Επείγοντα περιστατικά του Γιώργου Μπαζίνα

σκίτσα του Quino
 
Εξομολογήσεις ενός γελοίου
 
Με πειθαρχία, συνέπεια, εξάσκηση και έναν καλό προγραμματισμό, οι δεινοί ψεύτες μια χαρά επιπλέουν – όπως ακριβώς συμβαίνει με τους φελλούς και τους πολιτικούς. 
 
Γιατρέ μου, είμαι ένα γελοίο άτομο. Μη σας παραξενεύει αυτή η δήλωσή μου. Δεν το κάνω για να δημιουργήσω εντυπώσεις. Είναι, απλώς, η αλήθεια. Είμαι ανειλικρινής, δεν έχω λόγο, δεν έχω ενδοιασμούς, φραγμούς ή μετροέπεια. Για πρώτη φορά στη ζωή μου, θέλω να μιλήσω με ειλικρίνεια, αλλά αν διαρρεύσει οτιδήποτε απ’ αυτή την εξομόλογησή μου, θα σου κάνω μήνυση, θα σε σύρω στα δικαστήρια, θα ψευδορκήσω, θα σου κάνω τη ζωή κόλαση, θα σου πάρω κάθε ευρώ που διαθέτεις, θα σε εκθέσω, θα σε διαλύσω, θα σου γανώσω το σόι σου όλο. Με συγχωρείτε, απλώς μου βγαίνει μερικές φορές το εκδικητικό μου απροσδόκητα. Δεν ήθελα να σας προσβάλω. Γνωρίζω ότι είστε ένας εντιμότατος επαγγελματίας, αλλά αν και εφόσον… Συγγνώμη!
 
Τι σας έλεγα; Α, ναι. Από μικρός ήμουν ένα γελοίο πρόσωπο. Η μαμά μου ποτέ δεν κατάλαβε πόσο γελοίο, αντιπαθητικό και ανόητο παιδί ήμουν. Ήταν περήφανη για μένα, για λόγους που δεν καταλαβαίνω, αλλά πολύ καλά εξηγήσιμους από την επιστήμη σας. Ο μπαμπάς πάλι με κοίταζε με επιφύλαξη, αλλά συμβιβάστηκε γρήγορα. Θα με προτιμούσε πιο έξυπνο, πιο όμορφο και λιγότερο τσογλάνι απ’ ότι ήμουν, αλλά, με τον καιρό, με αποδέχτηκε κι εγκατέλειψε κάθε ελπίδα να γίνει περήφανος για μένα κάποια μέρα. «Χριστέ μου», τον άκουσα ν’ αναστενάζει κάποια φορά, «αυτό το παιδί σίγουρα θα καταντήσει πολιτικός». Και είχε δίκιο ο μπαμπάς. Έχτισα βήμα-βήμα την προσωπικότητά μου: Εξασκήθηκα εξαντλητικά στο να λέω ψέματα, να δίνω υποσχέσεις που δεν τήρησα ποτέ, να δολοπλοκώ, να διαβάλλω και να ρίχνω το φταίξιμο πάντα στους άλλους. 
 
 
Η πίστη σώζει
 
Ως μαθητής, ήμουν σχετικά καλός. Όχι καλός! Δεν θα τολμούσε ποτέ να με πει κανείς καλό! Απλώς, καλούτσικος. Δεν καταλάβαινα γρι απ’ ότι μας δίδασκαν, αλλά αποστήθιζα και παπαγάλιζα, πράγμα που φάνηκε σαν μεγάλη αρετή στο φιλόλογό μας. Και φρόντιζα να κερδίσω τη συμπάθεια του παπά που μας έκανε θρησκευτικά. Έδειξα μεγάλη έλξη για τα διδάγματα της εκκλησίας και έντονο ενδιαφέρον να με διαφωτίσει σε ορισμένα ζητήματα πίστης. Ποτέ του δεν κατάλαβε πόσο τον είχα γραμμένο και αυτόν και τις θεωρίες του. Αλλά η πίστη σώζει και ευεργετεί. Κι η υποκρισία επίσης. Ο παπάς βοήθησε αποτελεσματικά να περνάω τις τάξεις και να παίρνω καλούς βαθμούς και επενέβη δραστικά για να μην αποβληθώ όταν με τους φίλους μου σακατέψαμε στο ξύλο άνευ αιτίας ένα γυφτάκι, που είχε το θράσος να έρχεται σχολείο ή όταν βάλαμε φωτιά σ’ έναν ξελιγωμένο κόπρο της γειτονιάς και διασκεδάζαμε βλέποντας τον να τρέχει και να γαυγίζει απελπισμένα.
 
Α, τι απόλαυση που είναι να δέρνεις και να βασανίζεις. Για μια στιγμή, η προοπτική μου να γίνω πολιτικός λοξοδρόμησε, γιατί μου φάνηκε πιο γοητευτικό να γίνω μπάτσος. Να δέρνω με την άδεια του κράτους, να μην έχω το φόβο της τιμωρίας, να είμαι και ο πρώτος μάγκας και να της δείξω και της Μίνας. Αχ, η Μίνα μ’ εκείνα τα όμορφα χειλάκια και το ασφυχτομαντρωμένα βυζάκια της που μ’ αναστάτωναν και λοξοδρόμιζαν τις σκέψεις μου σε λάγνες προοπτικές. Αλλά την κανόνισα τη ψηλομύτα σκροφίτσα που με κοίταζε με περιφρόνηση. Διέδωσα με μαεστρία τις πιο κακόβουλες κακίες που μπόρεσα να επινοήσω, και πολλά πρόθυμα αυτιά έγινα πρόθυμα στόματα και την έκαναν να βάλει τα κλάματα και να χαθεί από το σχολείο μας. Αχ, η Μίνα. Μ’ έκανε να γνωρίσω την αποτελεσματικότητα της διαβολής, τη χαρά της συκοφαντίας και την ευκολία που οι άνθρωποι πιστεύουν αυτά που θέλουν να πιστέψουν.
Όταν πήγα στρατό, διέπρεψα. Χαφιέδισα με απόλαυση, κάρφωνα κάθε κουβέντα που έφτανε στ’ αυτιά μου, αγωνίστηκα με πάθος ενάντια στο κομμουνιστικό μίασμα και βοήθησα πολλούς από δαύτους τους ανατρεπτικούς να σταλούν στου διαόλου τη μάνα. Συνειδητοποίησα ότι για τις υπηρεσίες μου αυτές είχα πολλαπλά οφέλη. Άδειες σε αφθονία, λουφάρισμα σε αργόσχολα πόστα και την πατρίδα ευγνωμονούσα.
 
Το πανεπιστήμιο δεν κατάλαβα πώς κατάφερα να το τελειώσω. Λίγο σπρώξιμο από δω, λίγο εκβιασμό από κει, λίγο λάδωμα, λίγο σκονάκι, τα κατάφερα: Δικηγόρος! Συνειδητοποίησα ότι ακολούθησα τη σωστή επιστήμη για να φτάσω στο σκοπό μου. Εξασκήθηκα στον πολιτικό λόγο, να χρησιμοποιώ εκατό λέξεις εκεί που αρκούσε μία και να μην λέω τίποτα μετά από λογύδρια μιας ώρας. Όταν ένιωσα έτοιμος, έψαξα να βρω τρύπα να χωθώ. Κι αφού ο ανεπρόκοπος μπαμπάς δεν είχε να μου κληροδοτήσει καμιά έδρα, διάλεξα εγώ μία. Έψαξα προσεκτικά και ανακάλυψα τους υποψήφιους με κόρη της παντρειάς. Βρήκα τον ιδανικό, και ήταν και αρκετά γέρος για να εγκαταλείψει γρήγορα είτε τα εγκόσμια είτε τη βουλευτική του έδρα. Για μένα, ήταν παιχνιδάκι να κερδίσω την εύνοιά του. Τι γλύψιμο έπεσε, τι κούφιες κολακείες, τι εθνικοπατριωτικά παραληρήματα, τον έκανα το γέρο να χεστεί από τη χαρά του. 
 
 
Παντρεύτηκα. Ναι, έχω έναν ευτυχισμένο γάμο. Δεν έχω καμιά έγνοια, και γυναίκα πήρα και προίκα πήρα. Τη γυναίκα την καταχώνιασα στο σπίτι. Την προίκα την επένδυσα στην πολιτική (και σε μερικούς δημοσιογράφους), στο μέλλον μας. Μια χαρά. Αν αγαπάω τη γυναίκα μου; Χα χα, γιατρέ μου, είστε πλακατζής. Εγώ δεν αγαπάω τ’ άντερά μου, εκείνη θ’ αγαπήσω; Εγώ τη γυναίκα την έχω έπιπλο για το σπίτι. Ασορτί με την κουζίνα. Εγώ έχω ένα δρόμο να διαβώ, ένα πεπρωμένο να κατακτήσω. Δεν θα με παγιδεύσει κανένας συναισθηματισμός, καμιά κούφια δικαιολογία, κανένα συνειδησιακό εμπόδιο. 
Ναι, ναι, όπως γνωρίζετε, έχω γίνει, πλέον, βουλευτής. Διαπρέπω στην κενολογία, αερολογώ για τα πάντα, επιχειρηματολογώ με επιχειρήματα που δεν με πείθουν ούτε εμένα, και δίνω το παρόν στην τηλεοπτική οθόνη κάθε ώρα και στιγμή, πρωί και βράδυ…
 
Ποιο είναι το πρόβλημά μου ρωτάτε; Γιατρέ μου, εγώ είμαι ένα γελοίο πρόσωπο, το γνωρίζω, ο μπαμπάς το γνώριζε, η μαμά το συγχωρούσε, είμαι ένας επιπλέον φελλός, έρμαιο των καιρών και των καταστάσεων. Στ’ αλήθεια, με καταπλήσσω και μένα μερικές φορές με τα αχρείαστα επιτεύγματά μου. Δημιουργώ χωρίς να χτίζω τίποτα, υπάρχω χωρίς να υπάρχει πραγματικά λόγος ύπαρξης, και με επιβραβεύουν καθημερινά γι’ αυτό. Το κράτος με πληρώνει γενναιόδωρα, μου προσφέρει δωρεάν υπολογιστές, κινητά για να μιλάω όσο αντέχω, μου πληρώνει συνεργάτες που δεν χρειάζομαι, γραφείο που δεν μου χρησιμεύει σε τίποτα, αυτοκίνητα που δεν μου χρειάζονται, αεροπορικά εισιτήρια που τα χαρίζω σε γνωστούς, και γιατρέ μου… Δεν αντέχω άλλο, θέλουν να με κάνουν υπουργό! Είμαι παντελώς ανίκανος, δεν κατέχω κανένα αντικείμενο πέραν της στρεψοδικίας και της συκοφαντίας και του ψηφίζειν καθ’ υπόδειξιν και ανενδοιάστως, και τώρα μου προσφέρουν υπουργικό θώκο. Τι είναι αυτό το πράγμα! Με τρομάζει που δεν καταλαβαίνει κανείς ότι είμαι ανίκανος, άσχετος και γελοίος. Εντελώς ξαφνικά, μου ‘ρθε ένας φόβος για τούτο τον έρμο τον τόπο. Και ένα σφίξιμο που υπάρχουν άνθρωποι που με ψηφίζουν και μ’ εμπιστεύονται. Δεν λέω, τέτοιος είμαι, τέτοιος τους αξίζω. Ήταν εξόχως διασκεδαστική η ζωή μου, το διασκέδαζα να είμαι ένα γελοίο πρόσωπο, ένας άτιμος και ανήθικος υποκριτής. Αλλά να υπουργεύσω πάει πολύ! Τώρα φοβάμαι. Ήμουν αρκετά γελοίος για να περνώ άβρεχτος από ευθύνες, ελισσόμενος επιδεξίως και οσφυοκάμπτοντας καταλλήλως. Αλλά τώρα θέλουν να με εκθέσουν στη μήνι των ψηφοφόρων. Θέλουν να με κάνουν στόχο της οργής τους, άθλιο δακτυλοδεικτούμενο, βορρά στο οργισμένο, απηυδισμένο πλήθος. Και δεν μπορώ να ησυχάσω, γιατρέ μου. Πρώτη φορά στη ζωή μου, νιώθω μιαν ανησυχία, κάτι σαν ενδοιασμό. Βοήθησέ με, γιατρέ. Υπάρχουν κατάλοιπα κακοήθους συνείδησης μέσα μου. Γράψε μου μια συνταγή, κάνε μου ακτινοθεραπεία, χημειοθεραπεία, πλασμαφαίρεση, απελευθέρωσέ με, γιατρέ, από τα ψήγματα της συνείδησής μου…
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ