Shedia

EN GR

01/05/2015 του Σπύρου Ζωνάκη

Βασικό εισόδημα

Το κατώφλι της αξιοπρέπειας
 
Ένα νέο κίνηµα παγκοσµίως διεκδικεί την, χωρίς διακρίσεις, εξασφάλιση ελάχιστου εισοδήµατος για όλους τους ανθρώπους.
 
Σε όλο και περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες  η διεκδίκηση ενός βασικού εισοδήµατος για όλους τους πολίτες τίθεται στη δηµόσια ατζέντα. Στην Ελλάδα, οι υπογραφές για την υιοθέτησή του δεν ξεπέρασαν τις 3.000.
 
Φανταστείτε όλα τα µέλη µιας κοινωνίας, εργαζόµενοι και άνεργοι, πλούσιοι και φτωχοί, µε ή χωρίς άλλους πόρους και περιουσιακά στοιχεία να λαµβάνουν –χωρίς κανέναν όρο– σε ατοµική βάση κάθε µήνα από το κράτος ένα βασικό εισόδηµα το οποίο θα επαρκεί για να τους προσφέρει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Μια ουτοπική ιδέα; Κι όµως, η διεκδίκηση της πρακτικής εφαρµογής της έχει κάνει για τα καλά πλέον την εµφάνισή της στην Ευρώπη, αλλά και στον υπόλοιπο κόσµο.
 
Μάλιστα, από τον Ιανουάριο του 2013 ώς τον Ιανουάριο του 2014 µια πρωτοβουλία ευρωπαίων πολιτών συγκέντρωσε σε όλες τις χώρες της ΕΕ σχεδόν 300.000 υπογραφές υπέρ του βασικού εισοδήµατος (στη χώρα µας άγγιξαν τις 3.000). Μπορεί να µην ξεπεράστηκε το απαραίτητο όριο του 1.000.000 υπογραφών έτσι ώστε να ζητηθεί από την Κοµισιόν η υποβολή νοµοθετικών προτάσεων για το βασικό εισόδηµα, ωστόσο αυτή οδήγησε στη συγκρότηση ενός πανευρωπαϊκού οργανισµού, του UBIE (που περιλαµβάνει όλα τα ευρωπαϊκά κινήµατα που το επιζητούν) και την προώθησή του στη δηµόσια ατζέντα πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Χαρακτηριστικά, τα 2/3 των υποψήφιων φινλανδών βουλευτών στις εκλογές του Απριλίου (από όλο το πολιτικό φάσµα) τάσσεται υπέρ της θέσπισής του, στην Ισπανία τo κίνηµα «Renta Basica» θα συγκεντρώσει ώς το Μάρτιο 185.000 υπογραφές για τη νοµοθέτηση βασικού εισοδήµατος ύψους 650 ευρώ, ενώ η υιοθέτησή του περιλαµβάνεται και στο πρόγραµµα των Podemos. 
 
Η Ελβετία, µάλιστα, κατόπιν λαϊκής πρωτοβουλίας που συγκέντρωσε 126.000 υπογραφές, θα είναι το πρώτο ευρωπαϊκό κράτος που θα αποφασίσει µε δηµοψήφισµα το 2016 την καθιέρωση ενός βασικού εισοδήµατος, ύψους 2.500 φράγκων, µε την κυβέρνηση, όµως, να το θεωρεί οικονοµικά ανεφάρµοστο.
 
 
Απελευθερωτής υγιών δυνάµεων
 
Στη φωτογραφία, από διαδήλωση της ελβετικής επιτροπής για την καθιέρωση βασικού εισοδήµατος ύψους 2.500 φράγκων. Ένα φορτηγό έχει µόλις αδειάσει νοµίσµατα στην οµοσπονδιακή πλατεία της Βέρνης.
 
Οι ενάντιοι στο βασικό εισόδηµα αµφισβητούν την οικονοµική δυνατότητα υλοποίησής του, την ώρα που οι υποστηρικτές της ιδέας προκρίνουν µια σειρά από λύσεις για τη χρηµατοδότησή του: την υποκατάσταση κάποιων στοχευµένων επιδοµάτων και δοµών (π.χ. για συσσίτια) που δεν θα είναι πια απαραίτητα και τη µείωση του γραφειοκρατικού κόστους που συνεπάγεται ο έλεγχος των πόρων των δικαιούχων, την καταπολέµηση της φοροδιαφυγής, την επιβάρυνση µε υψηλότερο φόρο των πλουσίων, την επιβολή φόρου για τη µόλυνση του περιβάλλοντος, την καθιέρωση «φόρου Τόµπιν» για τις χρηµατοπιστωτικές συναλλαγές, τη δηµιουργία εναλλακτικών δικτύων τοπικών νοµισµάτων, την απευθείας χρηµατοδότηση από την ΕΚΤ µέσω «ευρωµερίσµατος».
 
«Στοχεύουµε να ανοίξουµε τον δηµόσιο διάλογο για το βασικό εισόδηµα και στην Ελλάδα, ενώ προτείνουµε κι ένα πιλοτικό πρόγραµµα υλοποίησής του σε µια πόλη της χώρας, ακόµα και µέσω εναλλακτικού τοπικού νοµίσµατος», επισηµαίνει ο συγγραφέας και δηµοτικός σύµβουλος στην Αθήνα Φίλιππος Δραγούµης, µέλος της ελληνικής οµάδας για το βασικό εισόδηµα. «Το βασικό εισόδηµα δεν είναι ένα ακόµα επίδοµα που θυµατοποιεί και στιγµατίζει τους οικονοµικά ασθενείς, αλλά ένα οικουµενικό δικαίωµα, ένα κατώφλι αξιοπρέπειας που θα µπορούσε να κυµαίνεται στο 60% του µέσου εισοδήµατος και δεν θα πρέπει να υποκαθιστά άλλες αναγκαίες ή και συµπληρωµατικές υποδοµές του κοινωνικού κράτους, όπως η δωρεάν υγεία και παιδεία. Μπορεί να οδηγήσει στη δραστική καταπολέµηση της φτώχειας και στην αναδιανοµή του πλούτου, αλλά και στην αποδέσµευση από εργασιακές συνθήκες σκλαβιάς και στη δυνατότητα ελεύθερης επιλογής. Επιπλέον, θα απελευθερώσει πολλούς ανθρώπους να  ασχοληθούν και µε δραστηριότητες που δεν θεωρούνται “εργασία” π.χ. εθελοντισµός, έρευνα, κοινωνική προσφορά, οι οποίες, όµως, ενισχύουν την κοινωνική αλληλεγγύη», συνεχίζει.
 
Σε όλον τον κόσµο (πλην Ευρώπης) δεν λείπουν και οι εφαρµογές (κυρίως πιλοτικές) του βασικού εισοδήµατος µε άκρως θετικές επιπτώσεις στην κοινωνική συνοχή.
 
Η πρώτη παγκοσµίως υλοποίηση του καθολικού εισοδήµατος θα λάβει χώρα το 1974 στην πόλη Ντοφίν στη Μανιτόµπα του Καναδά, όπου και οι 12.000 κάτοικοί της επί πέντε χρόνια θα λαµβάνουν από τις επαρχιακές αρχές και την κεντρική κυβέρνηση ένα ετήσιο εισόδηµα ύψους 3.800 έως 5.800 δολαρίων, στο πλαίσιο του κοινωνικού πειράµατος «Μincome program». Τα αποτελέσµατα ήταν εντυπωσιακά: Οι κάτοικοι δεν µείωσαν τις ώρες εργασίας τους, περιορίστηκαν σηµαντικά οι ρυθµοί πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, ενώ παρουσιάστηκε πτώση των νοσηλειών κατά 8%, κυρίως λόγω της µείωσης του αριθµού των ψυχικών ασθενειών, όπως και των τραυµατισµών και των ατυχηµάτων, καθώς και υποχώρηση της εγκληµατικότητας. Η πτώση, όµως, της οµοσπονδιακής σοσιαλδηµοκρατικής κυβέρνησης θα οδηγήσει στην εγκατάλειψη του προγράµµατος το 1979.
 
Μια άλλη πειραµατική εφαρµογή του βασικού εισοδήµατος θα ξεκινήσει το 2008 στο χωριό Otjivero-Otimara (Οτζιβέρο-Οτιµάρα) της Ναµίµπιας από την τοπική συµµαχία «Big Income Coalition Group» (στην οποία συµµετείχαν συνδικάτα, εκκλησίες και µη κυβερνητικές οργανώσεις) µε σκοπό να πείσουν την κυβέρνηση της χώρας να το θεσµοθετήσει, ενώ θα σταµατήσει το 2012 ελλείψει πόρων. Κάθε κάτοικος µέχρι 65 ετών λάµβανε ένα ποσό ύψους 100 τοπικών δολαρίων (10 ευρώ) µηνιαίως. Ο απολογισµός ήταν θεαµατικός: Το ποσοστό όσων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας έπεσε από το 76% στο 37%, η ανεργία από το 70% στο 45%, η τοπική οικονοµική δραστηριότητα µεγεθύνθηκε κατά 30%, ο παιδικός υποσιτισµός µειώθηκε από το 42% στο 10%, η δηµόσια υγεία βελτιώθηκε αισθητά, ενώ το ποσοστό των µαθητών που ολοκληρώνουν το σχολείο αυξήθηκε από το 60% στο 90%. Μοιραία, αρκετά µέλη της κυβέρνησης της χώρας σκέφτονται πια τη διεύρυνση του επιτυχηµένου µοντέλου σε εθνικό επίπεδο.
 
Εµπνεόµενοι από το παράδειγµα της αφρικανικής χώρας, το 2011 η ινδική Οργάνωση Αυτοαπασχολούµενων Γυναικών (SEWA), µε τη στήριξη του τοπικού γραφείου της UNICEF, θα υλοποιήσουν ένα πρόγραµµα καθολικού επιδόµατος σε οκτώ χωριά του κρατιδίου Μαντία Πραντές της Ινδίας. Το ποσό που θα καταβληθεί στους κατοίκους τους για 1,5 χρόνο θα αγγίξει τις 300 ρουπίες το µήνα (που αντιστοιχεί µόλις στο 40% του ορίου της φτώχειας) για τους ενήλικες κατοίκους και τις 150 για τα παιδιά. Οι επιδόσεις του, ωστόσο, θα αποδειχθούν ιδιαίτερα ενθαρρυντικές. Η σχολική παρακολούθηση των παιδιών όπως και οι αποταµιεύσεις των πολιτών τριπλασιάστηκαν, ενώ διπλασιάστηκαν εκείνοι που ξεκίνησαν δική τους επιχειρηµατική δραστηριότητα. Διόλου παράξενο που το πείραµα τράβηξε την προσοχή της οµοσπονδιακής κυβέρνησης στο Δελχί, που από τον Ιούνιο του 2013 άρχισε την εφαρµογή µιας πολιτικής παροχής επιδοµάτων σε φτωχές οικογένειες σε όλη τη χώρα.
 
Από τη µεριά της, η Αλάσκα στις ΗΠΑ αποτελεί την πρώτη πολιτική κοινότητα στον κόσµο που αποφάσισε τη σταθερή εφαρµογή του µέτρου του βασικού εισοδήµατος. Συγκεκριµένα, από το 1982, µέσω του «Alaska Permanent Fund» –ενός ταµείου που χρηµατοδοτείται από το 25% του εισοδήµατος που αποφέρουν στην Αλάσκα το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο–, οι τοπικές αρχές διανέµουν ισότιµα σε όλους τους κατοίκους ένα µέρισµα των δηµόσιων φυσικών πόρων της πολιτείας ύψους περίπου 2.000 δολαρίων ετησίως. Αν και το ατοµικό επίδοµα είναι αρκετά µικρό, οι κοινωνικοοικοινοµικές του επιδράσεις θα αποδειχθούν εξαιρετικά σηµαντικές: Προσθέτει ετησίως 900 εκατοµµύρια δολάρια στην αγοραστική δύναµη των πολιτών, ενώ η Αλάσκα είναι η πολιτεία µε τις λιγότερες ανισότητες στις ΗΠΑ. 
 
Κι αν η Αλάσκα είναι η πρώτη τοπική αρχή, η Βραζιλία είναι το πρώτο κράτος στον κόσµο που θα νοµοθετήσει τη (σταδιακή) υλοποίηση του καθολικού επιδόµατος. Συγκεκριµένα, το 2003 η κυβέρνηση Λούλα θα εισάγει στο βραζιλιάνικο σύνταγµα το στόχο του απροϋπόθετου βασικού εισοδήµατος. Για να τον κατορθώσουν, έκτοτε οι αρχές της χώρας διευρύνουν προοδευτικά το πρόγραµµα οικονοµικής βοήθειας «Bolsa familia» (ύψους κατά µέσο όρο 120 ρεάλ ανά νοικοκυριό) σε 13 εκατοµµύρια φτωχές οικογένειες, δηλαδή πάνω από το 25% του βραζιλιάνικου πληθυσµού. Ως αποτέλεσµα: Μέσα σε πέντε χρόνια, το ποσοστό των οικογενειών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας θα πέσει από το 39,4% στο 25,3%, ενώ οι κοινωνικές ανισότητες θα µειωθούν κατά 30%. 
 
Η Βραζιλία, ωστόσο, δεν είναι η µόνη χώρα που θα υιοθετήσει το καθολικό επίδοµα, θα την ακολουθήσει το Ιράν το 2010. Εκείνη τη χρονιά, το περσικό κοινοβούλιο θα ψηφίσει την κατάργηση της επιδότησης της τιµής του πετρελαίου, που είχε προκαλέσει µια υπερβολική κατανάλωση ενέργειας, µόλυνση του περιβάλλοντος και ισχυρό λαθρεµπόριο µε τις γειτονικές χώρες και την αντικατάστασή της µε ένα επίδοµα ύψους 70 δολαρίων για κάθε κάτοικο του Ιράν. Βέβαια, δεν πρόκειται παρά µερικώς για βασικό εισόδηµα, καθώς είναι πολύ µικρό για να εγγυάται αξιοπρεπή διαβίωση (αντιστοιχεί µόλις στο 21% του κατώτατου µισθού, ο οποίος κυµαίνεται στα 330 δολάρια), ενώ, αν και ατοµικό, καταβάλλεται στον αρχηγό της οικογένειας. 
 
 
Ελάχιστο εγγυηµένο εισόδηµα
 
Χωρίς τίτλο. Γελοιογραφία του Βλαντιµίρ Σερεµένκο (Vladimir Seremenko), από την έκδοση «World Press Cartoon» του 2008.
 
Κι ενώ από την ευρωπαϊκή ήπειρο απουσιάζουν ολοκληρωτικά πολιτικές βασικού εισοδήµατος για όλους, είναι τα µέτρα ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος που εφαρµόζονται ως εργαλείο εναντίον του κοινωνικού αποκλεισµού. Το ελάχιστο εγγυηµένο εισόδηµα αποτελεί ένα έσχατο (κρατικό) δίχτυ εισοδηµατικής στήριξης (κατόπιν αίτησης) σε όσους δεν δικαιούνται παροχές κοινωνικής ασφάλισης και δεν έχουν κανέναν άλλον τρόπο προσπορισµού εισοδήµατος για τους ίδιους και για τα πρόσωπα που συντηρούν.
 
Η Ελλάδα, µάλιστα, είναι η µοναδική ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει προχωρήσει στην κανονική υλοποίηση αυτού του µέτρου ούτε καν σε τοπικό επίπεδο (όπως έχει κάνει η Ιταλία). Η εξάµηνη πιλοτική εφαρµογή του από το Δεκέµβριο του 2014 σε 13 δήµους της επικράτειας (Δράµας, Έδεσσας, Γρεβενών, Ιωαννίνων, Καρδίτσας, Λευκάδας, Μεσολογγίου, Χαλκίδας, Καλλιθέας, Μαλεβιζίου, Τρίπολης, Σύρου και Σάµου), όπου το 7% οικονοµικά ασθενέστερο τµήµα του τοπικού πληθυσµού λαµβάνει από 200 έως 500 ευρώ – ανάλογα µε τη σύνθεση του νοικοκυριού (µαζί µε χορήγηση επιδόµατος θέρµανσης, πρόγραµµα κοινωνικού παντοπωλείου, βιβλιάριο ανασφάλιστου, καθώς και επιδοτούµενα προγράµµατα απασχόλησης και κατάρτισης), έχει ανοίξει και στη χώρα µας τη συζήτηση για την καθιέρωσή του. 
 
Στην υπόλοιπη ΕΕ οι πολιτικές ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος διαφέρουν ουσιωδώς από κράτος σε κράτος. Η Δανία είναι η µόνη ευρωπαϊκή χώρα οποία θα θεσπίσει ελάχιστο εγγυηµένο εισόδηµα που υπερβαίνει το 60% του εθνικού ενδιάµεσου εισοδήµατος (ύψους 1.407 ευρώ για ένα άτοµο), που είναι και το όριο της σχετικής φτώχειας σύµφωνα µε την ΕΕ.
 
Μόλις σε επτά κράτη (Βέλγιο, Ιρλανδία, Λιθουανία, Λουξεµβούργο, Σλοβενία, Ολλανδία, Αυστρία) το ελάχιστο εγγυηµένο εισόδηµα ξεπερνά το 40% του ενδιάµεσου εισοδήµατος (όριο της απόλυτης φτώχειας). Ταυτόχρονα, σε µια σειρά από χώρες (π.χ. Αυστρία, Γερµανία, Φινλανδία, Γαλλία, Βρετανία) αυτό συνοδεύεται αυτόµατα από επίδοµα κατοικίας –που στη Μάλτα και τη Σου-ηδία καλύπτει και τα έξοδα σε τηλέφωνο, νερό, ηλεκτρικό– σε κάποια κράτη (π.χ. Βρε-τανία, Ιρλανδία, Βέλγιο, Λιθουανία, Πολωνία) και από επίδοµα θέρµανσης, ενώ σε άλλα (όπως Αυστρία, Βέλγιο, Ιρλανδία, Λουξεµβούργο και Ολλανδία) το εγγυηµένο εισόδηµα συµπληρώνεται και από ξεχωριστά οικογενειακά επιδόµατα. Στη Λετονία και το Βέλγιο, µάλιστα, οι φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης µπορούν να παρέχουν πρόσθετη εισοδηµατική στήριξη.
 
Κοινός παρονοµαστής, πάντως, για όλες τις εφαρµοζόµενες πολιτικές ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος είναι ο έλεγχος των οικονοµικών πόρων των δικαιούχων και η δέσµευση για συµµετοχή τους σε προγράµµατα επαγγελµατικής κατάρτισης και επανεισόδου στην αγορά εργασίας – µε τα περισσότερα κράτη να προβλέπουν ακόµα και αναστολή ή διακοπή του χρηµατικού επιδόµατος σε περίπτωση απροθυµίας επαγγελµατικής επανένταξης ή επανειληµµένης άρνησης θέσης εργασίας. 
 
 
Βασκική εξαίρεση
 
«Το εργοστάσιο των ποσοστών».  («The site of percentage»).  Γελοιογραφία του Ουριάζου (Uriasu),  από την έκδοση «World Press  Cartoon»  του 2008.
 
Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η Χώρα των Βάσκων, όπου η καταβολή του ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος –που αγγίζει το 75% του βασικού µισθού– γίνεται σε όλους τους άνεργους πολίτες άνω των 25 ετών χωρίς καµία άλλη προϋπόθεση. Επιπλέον, χώρες όπως το Βέλγιο, η Σλοβακία, η Γαλλία και η Σλοβενία επιδοτούν τους εργοδότες που προσλαµβάνουν δικαιούχους εγγυηµένου εισοδήµατος. Κάποια κράτη-µέλη εφαρµόζουν και άλλους τρόπους υποστήριξης των δικαιούχων. Ειδικότερα, στη Γερµανία, οι τοπικές αρχές µπορούν να παρέχουν συµβουλές διαχείρισης χρέους ή ψυχολογική υποστήριξη και συµβουλευτική κατά του εθισµού σε ουσίες. 
 
Στην πράξη, ωστόσο, τα περισσότερα συστήµατα ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος, είτε λόγω της πολυπλοκότητάς τους είτε λόγω έλλειψης πληροφόρησης, αφήνουν εκτός κάλυψης έναν σηµαντικό αριθµό δικαιούχων (που στη Φινλανδία αγγίζει το 50% και στη Γερµανία το 40%). Διόλου παράξενο, λοιπόν, που σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες λιγότερο από το 5% του ενεργού πληθυσµού το λαµβάνει. 
 
«Τα αποτελέσµατα των εφαρµοσµένων προγραµµάτων στην Ευρώπη συχνά χαρακτηρίζονται ως ανεπαρκή για την εξάλειψη του κοινωνικού αποκλεισµού. Σε κάθε περίπτωση, η θέσπιση ενός ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος για την αντιµετώπιση καταστάσεων ακραίας φτώχειας και στη χώρα µας, έστω και ως “αναλγητικό” µέτρο, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν αρκεί, ωστόσο, η χορήγηση ενός “φιλανθρωπικού” επιδόµατος στα άτοµα ή στις οικογένειες που το δικαιούνται, αλλά είναι απαραίτητο να λειτουργεί συµπληρωµατικά µε ένα δίκτυο κοινωνικών παροχών και υποδοµών (στην υγεία, παιδεία, πρόνοια κτλ.) που να χρηµατοδοτείται σταθερά από τον κρατικό προϋπολογισµό», επισηµαίνει ο Νίκος Αστρουλάκης, καθηγητής Οικονοµικών στο ΤΕΙ Κρήτης. 
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ