Shedia

EN GR

26/06/2013

Συναντήσεις του Σπύρου Ζωνάκη

Ο καραγκιοζοπαίκτης Αργύρης Αθανασίου συναντάει τον αδερφό και ομότεχνό του Γιάννη 
 
ΑΡΓΥΡΗΣ: Η επαφή μας με το θέατρο σκιών ξεκινά από πολύ νωρίς, ήδη από το 1968, εγώ ήμουν μόλις 5 ετών. Μαζί με τα υπόλοιπα αδέρφια μου, τον Κώστα, τον Γιάννη και την Ελένη, είχαμε την τύχη να βρεθούμε από μικρά παιδιά πλάι στον αείμνηστο δάσκαλο της λαϊκής αυτής τέχνης Γιώργο Χαρίδημο. Ήταν γείτονάς μας στην Καστέλλα και κουμπάρος των γονιών μας. Για περίπου είκοσι χρόνια, ως το 1988, μαθητεύσαμε δίπλα του στο θεατράκι που διατηρούσε στην Πλάκα. Κάθε παράστασή του αποτελούσε μια μυσταγωγία, μια ιερή στιγμή. Η συσκότιση, το άναμμα του μπερντέ, η προβολή της σκιάς ήταν για μας κάτι μαγικό. Υπήρξαν κατά το παρελθόν τρεις μεγάλες σχολές στο θέατρο σκιών: του Μανωλόπουλου, του Μόλλα και του Χαρίδημου. Ο Μανωλόπουλος έπαιζε στο Μεταξουργείο τον κουτσαβάκικο, αθυρόστομο Καραγκιόζη. Ο Μόλλας, όντας ο ίδιος αριστοκρατικής καταγωγής έπαιζε περισσότερο για τα σαλόνια των Αθηνών. Απεναντίας, ο Χαρίδημος, ως γνήσιος εκφραστής της πειραιώτικης σχολής, ήταν λαϊκός καραγκιοζοπαίκτης, χωρίς νεωτεριστικές ανησυχίες, και το σπουδαιότερο έπαιζε και ξανάπαιζε στις καθημερινές του παραστάσεις αυτά που αποζητούσε ο κόσμος, δηλαδή το παραδοσιακό ρεπερτόριο που άντεχε στο χρόνο. Ο Χαρίδημος μάς άφησε παρακαταθήκη το πληρέστερο δραματολόγιο που διασώθηκε από καταβολής του νεοελληνικού Καραγκιόζη, περίπου 300 έργα. Αυτό το έργο ο Γιάννης το έχει μάθει και το έχει απομνημονεύσει ολόκληρο, μέχρι το παραμικρό κόμμα. Ήταν, αναμφίβολα, ο καλύτερος βοηθός που είχε ποτέ ο Χαρίδημος, ο πιο πειθαρχημένος. Κάθε καλοκαίρι, ανελλιπώς από τον Μάιο ως τον Οκτώβριο συμμετείχε σε όλες τις παραστάσεις του δασκάλου μας. Έτσι, απ’ όλα τα αδέρφια απέκτησε τις πιο στέρεες βάσεις και την πιο γερή παιδεία. Εγώ δεν διέθετα την ηρεμία και την υπομονή του. 
 
Το 1982, αποφασίσαμε με τον Γιάννη και τον Κώστα να ιδρύσουμε τον δικό μας θίασο, ενώ παράλληλα συνεχίσαμε τη μαθητεία μας δίπλα στον Χαρίδημο, μέχρι που εκδιώχθηκε από το θέατρό του το 1988 ώστε να μετατραπεί σε καφετέρια. Σταδιακά, ξεκινήσαμε τις περιοδείες σε όλη τη χώρα και στο εξωτερικό. Η επαγγελματική μας συνύπαρξη ήταν πολύ δύσκολη υπόθεση. Απαιτούσε αμοιβαίες υποχωρήσεις και σε ζητήματα φιλοσοφίας. Ο Γιάννης ήταν υπέρμαχος μια πιο ακαδημαϊκής προσέγγισης των έργων και του γκρίνιαζα για το ότι κρατάει κλειστά τα παραδοσιακά πρότυπα του Καραγκιόζη. Από την άλλη, εγώ υπερασπιζόμουν τον διαρκή αυτοσχεδιασμό και η κάθε παράστασή μου διέφερε εντελώς από την άλλη. Ουσιαστικά, ο κάθε καραγκιοζοπαίχτης βγάζει στο πανί τον χαρακτήρα του. Εγώ είμαι πιο παιχνιδιάρης και ακραίος, ενώ ο Γιάννης πιο συντηρητικός και μαζεμένος,. Στον τρόπο παιξίματος αποτυπώνεται η ευγένεια της ψυχής του. Ενώ υπάρχουν καραγκιοζοπαίχτες που είναι καλοί στα φωνητικά δεν περνούν στον κόσμο ούτε τις ευαισθησίες ούτε τα νοήματα του Γιάννη. Είμαστε βαθιά πεπεισμένοι ότι ο Καραγκιόζης έχει δύο διαστάσεις, μια αισθητική/καλλιτεχνική και μια παιδαγωγική. Δεν είναι τυχαίο ότι δημιουργήσαμε εργαστήρια θεάτρου σκιών στα οποία φοιτούν 200 παιδιά. Οι πολλές και διαφορετικές ενότητες που περιλαμβάνει το θέατρο σκιών, όπως ζωγραφική, χαρακτική, υποκριτική, μιμητική, ωθεί τα παιδιά να δημιουργούν με ομαδικό πνεύμα, ενώ αφήνει τη φαντασία και την έκφρασή τους να ξεδιπλωθούν στο φως της σκιάς. Ποτέ δεν φανταστήκαμε τον Καραγκιόζη κλεισμένο σε ένα μουσείο σαν προστατευμένο είδος προς εξαφάνιση, αλλά ένα ζωντανό κύτταρο της κοινωνίας που συμβάλλει στον πολιτισμό. Γι’ αυτό το λόγο θεωρήσαμε φέτος ότι ήρθε η ώρα ν’ ανεβάσουμε δικές μας παραστάσεις και όχι μόνο διασκευές του κλασικού ρεπερτορίου. Για την επιτυχία αυτού του σχεδίου θα χρειαστεί για άλλη μια φορά η ασταμάτητη δημιουργικότητα του Γιάννη.
 
 
ΓΙΑΝΝΗΣ: Είναι αλήθεια ότι είχαμε το προνόμιο να εκπαιδευτούμε στην τέχνη του θεάτρου σκιών από την παιδική μας ηλικία μεθοδικά και οργανωμένα δίπλα στον Χαρίδημο, ο οποίος, κατά τη γνώμη μου, αποτέλεσε τον κορυφαίο καραγκιοζοπαίκτη του αιώνα που πέρασε. Ήταν χαρισματικός στα φωνητικά, απίστευτα αφηγηματικός, με παράλληλες πολύ καλές ερμηνευτικές ικανότητες. Μέχρι και τραγωδία μπορούσε ν’ ανεβάσει στη σκιά. Αναμφισβήτητα, υπήρξε ο χαρακτηριστικότερος εκπρόσωπος της πειραιώτικης σχολής. Εκείνο που την ξεχώριζε και την διαφοροποιούσε από την αντίστοιχη αθηναϊκή ήταν το μπρίο που είχε, και το οποίο μας κληροδότησε. Σε αυτήν, ο καραγκιοζοπαίκτης πρέπει να έχει τη δύναμη να επιτρέψει στο κοινό να γελάσει όποτε θέλει εκείνος. Είναι τόσο γρήγορος ο ρυθμός στην παράσταση και το ένα αστείο διαδέχεται το άλλο με τέτοια ροή, που οι θεατές ανταποκρίνονται άμεσα και αυθόρμητα. Αυτά τα στοιχεία τα έχει κληρονομήσει περισσότερο απ’ όλα τα αδέρφια ο Αργύρης. Έχει τη μοναδική ικανότητα ν’ αλλάζει τα λόγια του και τη φωνή του σε δέκατα του δευτερολέπτου, προσπαθώντας ταυτόχρονα ν’ αφουγκραστεί τις διαθέσεις του κοινού και να προσαρμόσει το περιεχόμενο της παράστασης σε αυτές. Εξάλλου, ανέκαθεν ο καραγκιόζης ήταν η τέχνη του αυτοσχεδιασμού. Το περιεχόμενο μιας παράστασης συνδιαμορφωνόταν από τον καλλιτέχνη και τα ήθη και έθιμα του τόπου στον οποίο καλούνταν να παίξει.
 
Ταυτόχρονα, ο Αργύρης συγκεντρώνει όλες τις τέχνες που επιβάλλεται να έχει ο καλός καραγκιοζοπαίκτης, είναι ταυτόχρονα ξυλουργός, ηλεκτρολόγος, ηθοποιός, μίμος, σκηνοθέτης, σκηνογράφος. Μα πάνω απ’ όλα είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος παραμυθάς. Πιστεύει ότι ο καραγκιόζης είναι κυρίως λόγος, συναίσθημα, καθώς οι φιγούρες δεν μπορούν να κάνουν παρά περιορισμένες κινήσεις. Αυτό αποτελεί κι ένα σημείο διαφωνίας μας. Εγώ θεωρώ το θέατρο σκιών μια ισόρροπη συνύπαρξη σώματος, λόγου και έκφρασης.
 
Οι παραστάσεις του θεάτρου σκιών έχουν μια μαγεία που αρχίζει με το άναμμα των φώτων του μπερντέ και τελειώνει με το σβήσιμό τους. Ό,τι συμβαίνει ανάμεσα στις δυο αυτές στιγμές είναι υποταγμένο στην ψευδαίσθηση. Αυτή την ψευδαίσθηση τη συντηρεί και την αυξάνει ο κάθε καραγκιοζοπαίκτης ανάλογα με το ταλέντο και τη φαντασία του. Οι δυνατότητες που του παρέχονται είναι πολλές και εναπόκειται σ’ αυτόν η αξιοποίησή τους. Εμείς, κατά την πολυετή κοινή μας διαδρομή, προσπαθούμε να το κατορθώσουμε συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο. Ο μεγαλύτερος αδερφός μας, ο Κώστας, έχει τελειοποιήσει τα φωνητικά, ο Αργύρης την επικοινωνία με τη ψυχολογία του κοινού κι εγώ το στοιχείο της κίνησης της φιγούρας ώστε να γίνεται πιστευτή στην παραμικρή της λεπτομέρεια. 
 
Πολύ σπάνια παίζουμε και οι τρεις ως καραγκιοζοπαίκτες, γιατί κάτι τέτοιο ενέχει τον κίνδυνο να επέμβει ο ένας στο παίξιμο του άλλου. Έτσι, συνήθως, μόνο ο ένας παίζει και οι άλλοι δύο είμαστε βοηθοί, μένοντας στις αυστηρά κατανεμημένες αρμοδιότητές μας.
 
Κατά την κοινή μας επαγγελματική μας πορεία όλα αυτά τα χρόνια έχουμε μοιραστεί και επιτυχίες και αποτυχίες. Σε κάθε περίπτωση, όμως, έχουμε απολαύσει αυτό το ταξίδι. Γιατί ο Καραγκιόζης, το Θέατρο Σκιών είναι, όπως μας έλεγε και ο δάσκαλός μας ο Χαρίδημος, σαν μια αρρώστια, ένα μικρόβιο. Έτσι και το κολλήσεις δεν ξεκολλάς, γίνεσαι φανατικός οπαδός. Μόλις ανάψουν τα φώτα της σκηνής, το αναμμένο πανί σε μαγεύει. Τραβάει όλη την προσοχή σου και σε καθηλώνει. Πρέπει, βέβαια, να είναι και ένας καλός τεχνίτης που να ξέρει καλά τα μυστικά της λαϊκής τέχνης, και ο Αργύρης είναι τέτοιος.
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ