Shedia

EN GR

11/03/2022

Οι γιορτές στο Στρι με μπορς στο τραπέζι

 
Η οικοδέσποινά μας ήρθε για πρώτη φορά στον τόπο μας πριν από περίπου είκοσι πέντε χρόνια, αφήνοντας τη Σοβιετική Ένωση της περεστρόικας και τη χειμαζόμενη από τη φτώχεια μετακομμουνιστική Βουλγαρία. Πλέον, έχει ριζώσει στη χώρα μας.
 
«Γεννήθηκα το 1967 στο Στρι της δυτικής Ουκρανίας, άνηκε μέχρι το 1939 στην Πολωνία. Συμβιώναμε αρμονικά Ουκρανοί, Ρώσοι, Πολωνοί, Εβραίοι, Γερμανοί, ορθόδοξοι, καθολικοί και ουνίτες. Η πόλη δεν εμφανιζόταν στο χάρτη της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς διέθετε μυστικές αεροπορικές βάσεις. Ο πατέρας μου ήταν αξιωματικός της αεροπορίας σε βομβαρδιστικά με πυρηνικές κεφαλές, ενώ η μητέρα μου εργαζόταν ως μοδίστρα σε μια βιοτεχνία. Ήταν και οι δύο, όμως, εναντίον του καθεστώτος. Θυμάμαι που άκουγαν κρυφά τα βράδια δυτικό ραδιόφωνο, που ήταν απαγορευμένο. Ήμασταν θρησκευόμενη οικογένεια, πηγαίναμε στις εκκλησίες στα γειτονικά βουνά, γιατί όσα παιδιά επισκέπτονταν τις εκκλησίες της πόλης καταγράφονταν από τους δασκάλους τους και τους επέπλητταν», διηγείται η Λέσια.
 
«Από μικρή, είχα όνειρο να γίνω ιστορικός-αρχαιολόγος. Μεγάλη μου αγάπη ήταν και η μουσική, ήδη σε ηλικία έξι χρονών ξεκίνησα μαθήματα βιολιού στο ωδείο της πόλης. Πρώτευα στους διαγωνισμούς, όμως αναγκάστηκα στο τέλος του δημοτικού να σταματήσω, γιατί μου βρήκαν σκολίωση. Ασχολήθηκα και ως αθλήτρια με τον στίβο και την ποδηλασία».
 
Το 1984, θα βρεθεί φοιτήτρια της ηλεκτροφυσικής στο Πολυτεχνείο του Λβιβ. «Το Λβιβ είναι η πιο ευρωπαϊκή πόλη της Ουκρανίας, τα κτίριά του είναι αναγεννησιακής και μπαρόκ αρχιτεκτονικής, ενώ διέθετε και από τις ομορφότερες όπερες του κόσμου. Δεν έχανα παράσταση. Τους πρώτους μήνες των σπουδών μου, θα παντρευτώ ένα συμφοιτητή μου από τη Βουλγαρία, ενώ το 1985 θα έρθει και η γέννηση της κόρης μας. Μόλις έγινε το δυστύχημα του Τσέρνομπιλ τον Απρίλη του ’86, και ενώ το έκρυβαν ακόμα οι αρχές, το έμαθε ο πατέρας μου από το δυτικό ραδιόφωνο και με ειδοποίησε. Έστειλα αμέσως την κόρη μου, 8 μηνών, στη Βουλγαρία, στους γονείς του άνδρα μου. Όταν αποφοίτησα το καλοκαίρι του 1989, ήμασταν η πρώτη φουρνιά που δεν πήρε το διορισμό της. Είχε ξεκινήσει η κρίση της περεστρόικα. Ήθελα και να φύγω από την Ουκρανία, δεν μου ταίριαζε το καθεστώς».
 
Μοιραία, θα ακολουθήσει το σύζυγό της στο Μπότεβγκραντ της Βουλγαρίας, μια πόλη 14.000 κατοίκων κοντά στη Σόφια. «Έπιασε δουλειά ως μηχανικός τεχνολόγος σε ένα εργοστάσιο παραγωγής μικροτσίπ, που προμήθευε τη Σοβιετική Ένωση. Ο ερχομός μας στη Βουλγαρία συνέπεσε με την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος. Ήταν πολύ δύσκολα τα πρώτα χρόνια. Τα χρήματα δεν είχαν καμιά αξία, ενώ τα ράφια των καταστημάτων ήταν άδεια. Προμηθευόμασταν τρόφιμα με κουπόνια. Στερούμασταν ακόμα και τα βασικά είδη, το γάλα για τα παιδιά. Εν τω μεταξύ, είχε γεννηθεί και ο γιος μου το 1990. Επιπλέον, με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, το 1991, το εργοστάσιο όπου εργα- ζόταν ο άνδρας μου έκλεισε και άρχισε να δουλεύει ως εργάτης σε ένα εργοστάσιο παραγωγής κάρβουνου στη Σόφια, κι εγώ περιστασιακά ως πωλήτρια σε καταστήματα».
 
Με το χωρισμό της, το 1996, και όντας άνεργη, η μετανάστευση της στην Ελλάδα έμοιαζε με μονόδρομο. «Η πρώτη μου δουλειά ήταν μαγείρισσα σε ένα σπίτι στο Ελληνικό». Το 1998, θα παντρευτεί έναν έλληνα ανθοπώλη και θα φέρει τα παιδιά της να ζήσουν μαζί τους. «Έμαθα ελληνικά διαβάζοντας μαζί με τα παιδιά μου για το σχολείο. Μάλιστα, λόγω του πάθους μου για την αρχαιολογία, όταν μπήκε η κόρη μου στη σχολή συντηρητών έργων τέχνης, μελετούσα μαζί της ιστορία της τέχνης». Από το 2000, θα δραστηριοποιηθεί και στον ουκρανικό σύλλογο της Αθήνας.
 
«Εδώ και δεκατέσσερα χρόνια είμαι εθελόντρια συντονίστρια του ουκρανικού κυριακάτικου σχολείου. Δυστυχώς, πλέον, δεν έχουμε στέγη και μας φιλοξενεί η εκκλησία του Αγίου Ανδρέα στα Κάτω Πατήσια». Αν και αναζητά εργασία, δεν σκέφτεται την επιστροφή της στην Ουκρανία, την οποία επισκέφθηκε για τελευταία φορά το 2013, λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. «Πολλοί συντοπίτες μου, νέοι άνθρωποι, πήγαν εθελοντές να πολεμήσουν στην ανατολική Ουκρανία και σκοτώθηκαν. Μου λείπει, όμως, η οικογένειά μου, οι γιορτινές συγκεντρώσεις όπου τρώγαμε όλοι μαζί μπορς», καταλήγει.
 
 
Μπορς με παντζάρια (Για 5 άτομα)
 
ΥΛΙΚΑ
1 μεγάλο παντζάρι
2 πατάτες
1 καρότο
1/4 λάχανο άσπρο
1 κρεμμύδι ξερό
1 φύλλο δάφνης
Ελαιόλαδο, Αλατοπίπερο
Μπαχάρι, 1 κ.σ. ξίδι
 
ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Βράζουμε το παντζάρι για 30 λεπτά και ύστερα το τρίβουμε με έναν τρίφτη. Τσιγαρίζουμε σε ένα τηγάνι για 2-3 λεπτά το κρεμμύδι, προσθέτοντας το παντζάρι και το ξίδι. Ταυτόχρονα, στην κατσαρόλα που έβραζε το παντζάρι, βράζουμε τις πατάτες, το λάχανο και το καρότο, σε κομματάκια, για 30 λεπτά και προσθέτουμε το τσιγαρισμένο κρεμμύδι με το παντζάρι και το ξίδι, συνεχίζοντας το βράσιμο για άλλα 15 λεπτά.