Shedia

EN GR

15/01/2025

Στάθης Κλείτσας

Γεννήθηκα στον Πειραιά το 1963, αλλά μεγάλωσα τον Βύρωνα. Έχω και έναν αδερφό πέντε χρόνια μεγαλύτερο. Ο πατέρας μου εργαζόταν ως πωλητής σε καταστήματα υποδυμάτων, ενώ ως δεύτερη δουλειά έκανε το γκαρσόνι σε ψαροταβέρνες. Σε πολλές από αυτές τις ταβέρνες, δούλευε και η μητέρα μου στη λάντζα. Εργάζονταν στις ταβέρνες, όμως, χωρίς ένσημα. Θυμάμαι που τα καλοκαίρια τα περνούσαμε στο Πόρτο Ράφτη, όπου νοικιάζαμε ένα μικρό εξοχικό. Ένα δωματιάκι και μια κουζινίτσα ήταν όλο και όλο.

Από μικρός, μου άρεσε η μουσική. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου είτε θα τραγουδούσα είτε θα ήμουν με ένα ραδιοφωνάκι στο χέρι. Στα 13 μου, έκανα και μαθήματα κλασικής κιθάρας σε ωδείο στο Παγκράτι, αλλά με τραβούσαν περισσότερο τα ξένα τραγούδια, το κλασικό ροκ. Έτσι, έπιασα την ακουστική και την ηλεκτρική κιθάρα. Μπορεί να μελετούσα για την ηλεκτρική κιθάρα μέχρι και 10-11 ώρες την ημέρα. Τα αγαπημένα μου μαθήματα στο σχολείο ήταν τα αρχαία και η ιστορία (με ενδιέφερε η αγγλική φιλολογία), αλλά είχα πέσει τόσο πολύ με τα μούτρα στη μουσική, που δεν έδωσα πανελλαδικές εξετάσεις. Από 18 χρονών άρχισα να παίζω μπροστά σε κόσμο. Στα 19 μου, για δυο-τρεις μήνες, συνεργάστηκα και με το συγκρότημα «Σπυριδούλα». Για ένα-δυο χρόνια, εμφανιζόμουν και με ένα παιδί σε μαγαζιά στον Βύρωνα, τα Πατήσια, την Καλλιθέα, αλλά το 1984 αποφάσισα να αποτραβηχτώ από όλο αυτό. Μου είχαν προτείνει να δουλέψω σε λαϊκά μαγαζιά, αλλά δεν ήθελα. Φοβήθηκα τη νύχτα, επειδή υπήρχαν πολλές ουσίες. Είχα μπλέξει με αυτές και ήθελα να είμαι καθαρός. Τις έκοψα από μόνος μου. Τότε, άρχισα να αντιμετωπίζω και ψυχιατρικά προβλήματα.

Ξεκίνησα να δουλεύω μεροκάματο. Ήμουν μεροδούλι, μεροφάι. Πότε έκανα εξωτερικές δουλειές σε τουριστικά γραφεία, πότε πωλητής σε καταστήματα υποδημάτων, πότε κομπάρσος σε ταινίες. Κυρίως, όμως, εργάστηκα ως διανομέας. Παράλληλα, καταπιανόμουν με τα σκίτσα και τις γελοιογραφίες. Έκανα πολλές καρικατούρες. Αγαπούσα πολύ τα κόμικς, ιδιαίτερα το ανατρεπτικό χιούμορ του  σκιστογράφου Ρεζέ. Είχα επηρεαστεί πολύ από εκείνον. Διάβαζα και το περιοδικό «Βαβέλ» και είχα στείλει και έργο μου, ενώ, το 1988, είχαν δημοσιευτεί και δέκα σκίτσα μου στην «Ελευθεροτυπία». Για ένα διάστημα, τέλη του ’90 αρχές του 2000, πωλούσα και το περιοδικό «Δρομολόγια». Έστελνα εκεί και κείμενά μου και σκίτσα μου. Πάντα σκιτσάρω, ακόμη και σήμερα, αλλά τα έργα τα κρατάω στο συρτάρι μου. Όπως στο συρτάρι έχω και δικά μου τραγούδια. Τελευταία φορά που έπαιξα μουσική μπροστά σε κόσμο ήταν το 2006, σε συναυλία διαμαρτυρίας στα Προπύλαια. Πάντα με ενδιαφέρει η μουσική, αλλά τι θα πω; «Να ένας νέος συνθέτης 61 χρόνων;» Παίζω μόνο στο σπίτι ή με φίλους μου.

Για πολύ καιρό, ζούσα με το επίδομα αναπηρίας. Ήξερα τη «σχεδία», αλλά μία κοινωνική λειτουργός μού είχε πει πως, αν εργαστώ στο περιοδικό, θα μου κοπεί. Έτσι, πέρασαν τα χρόνια, ώσπου ένας φίλος μου, που είναι πωλητής στη «σχεδία», με παρότρυνε να έρθω στο περιοδικό.  Τώρα, ζω με την αναπηρική σύνταξη του πατέρα μου, που δεν μου φτάνει. Πρωτοφόρεσα το κόκκινο γιλέκο το Νοέμβριο. Δεν είχα πρόβλημα να εκτεθώ. Αισθάνομαι ότι κάνω κάτι χρήσιμο και για μένα και για τον κόσμο. Η επικοινωνία με τον κόσμο μού προσφέρει μια ηθική ευχαρίστηση.