01/04/2017
Μιχάλης Κατριλιώτης, 59 ετών
— «Οι άνθρωποι δείχνουν πολλή αγάπη. Υπάρχουν φορές που μπορεί να μην πουλήσω πολλά τεύχη, αλλά έρχονται, έτσι, για να κουβεντιάσουμε».
Γεννήθηκα στο Άργος και μεγάλωσα στο Περιστέρι. Δούλεψα ως οδηγός φορτηγού 30 χρόνια. Το 1982 παντρεύτηκα. Απέκτησα δύο παιδιά και μετά από 10-11 χρόνια απέκτησα και ένα τρίτο για να σώσω το γάμο μου. Ο γάμος, όμως, δεν μπορούσε να σωθεί. Το 2001 χώρισα και έμεινα μόνος μου για 7-8 χρόνια. Το 2011, όταν η μεγάλη μου κόρη μετακόμισε στην Κύπρο με το σύζυγό της και την εγγονή μου, χρειάστηκαν κάποιο άτομο για να φροντίζει το παιδί τις ώρες που θα έλειπαν από το σπίτι. Έτσι, βρέθηκα στην Κύπρο, όπου και έμεινα για περίπου ένα χρόνο, μέχρι που, μετά από μία σύγκρουση με την κόρη μου, βρέθηκα εκτός σπιτιού. Όταν χώρισε η μικρή μου κόρη, μείναμε μαζί. Στην πορεία, ήρθε η πρώην σύζυγός μου με το γιο μου. Αναγκαστήκαμε να μετακομίσουμε, καθώς ο εγγονός μου αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα, και να εγκατασταθούμε στα Λιόσια. Μέχρι τότε, εργαζόμουν ως οδηγός σε μεταφορικές εταιρείες. Όμως, η ανεργία χτύπησε και εμένα. Κάποια στιγμή, και η μικρή μου η κόρη μου ζήτησε να φύγω από το σπίτι. Ευτυχώς, τότε είχα ένα Peugeot 106 και έμεινα εκεί για ενάμιση μήνα μες στο κατακαλόκαιρο. Ήταν μια πάρα πολύ δύσκολη περίοδος. Εκείνο το διάστημα πήγαινα συχνά στην πλατεία Κλαυθμώνος μήπως και έβρισκα κανένα μεροκάματο σε μεταφορική εταιρεία, κι έτσι έμαθα για τα συσσίτια του Δήμου Αθηναίων στη Σοφοκλέους. Εκεί γνώρισα έναν πωλητή της «σχεδίας», τον Αντρέα, και μου είπε για το περιοδικό.
Μέσω του Αντρέα γνώρισα ακόμη έναν πωλητή, τον Αργύρη, και ξεκινήσαμε οι τρεις μας να συγκατοικούμε το 2012 σ’ ένα χώρο στην οδό Πανόρμου – ήταν ένα κατάστημα άδειο ιδιοκτησίας του Αντρέα, που το μετατρέψαμε σε σπίτι. Μετά από ενάμιση χρόνο, βρήκαμε ένα σπίτι, το νοικιάσαμε και συνεχίσαμε να μένουμε και οι τρεις μαζί. Από τότε που γνωριστήκαμε μέχρι τώρα είμαστε μαζί, αχώριστοι. Καταφέραμε να νοικιάσουμε το σπίτι χάρη στη «σχεδία». Μαζέψαμε χρήματα από τις πωλήσεις που κάναμε και το νοικιάσαμε.
Όταν ξεκίνησα ως πωλητής, δυσκολεύτηκα πολύ γιατί ήμουν συνέχεια στη γύρα. Κάθε αρχή και δύσκολη που λένε. Πολύς κόσμος γνώριζε τη «σχεδία», αλλά για να πουλήσεις θέλει φωνή. Επειδή, όμως, πηγαίνω συχνά στο Ψυχικό, με γνωρίζει πλέον πολύς κόσμος και έχω αποκτήσει πολλούς σταθερούς πελάτες. Πολλές φορές δεν χρειάζεται καν να φωνάζω. Έρχεται ο κόσμος και αγοράζει το τεύχος γιατί με γνωρίζουν. Έχω και πελάτες που είναι διάσημοι, που είναι γνωστοί από την τηλεόραση. Αν περάσει μεγάλο διάστημα και δεν με δουν στο πόστο μου, αρχίζουν και ρωτάνε μήπως έπαθα τίποτα. «Πού είναι ο Μιχάλης και πού είναι ο Μιχάλης», ρωτούν. Οι άνθρωποι δείχνουν πολλή αγάπη. Υπάρχουν φορές που μπορεί να μην πουλήσω πολλά τεύχη, αλλά έρχονται, έτσι, για να κουβεντιάσουμε. Στο πόστο μου μπορεί να κάτσω μέχρι και 13 ώρες την ημέρα. Είναι κάτι που το θέλω και το κάνω. Δεν έχω κακές εντυπώσεις από τον κόσμο. Δεν μου έχουν πει κάτι άσχημο. Όμως, αν κάποιος δει κάτι άσχημο, πελάτης ή μη, με το δίκιο του θα με κατακρίνει.
Είμαι τρία χρόνια πωλητής της «σχεδίας» και η βοήθεια που μου έχει δοθεί είναι τεράστια, νιώθω καλύτερα. Η βοήθεια δεν είναι μόνο οικονομική, είναι ταυτόχρονα και ψυχολογική γιατί παύεις να μένεις στο δρόμο. Ταυτόχρονα, ψάχνω και για δουλειά, όχι όμως ως οδηγός. Ποιος θα με πάρει στην ηλικία μου;
Όσο για το τι επιφυλάσσει το μέλλον; Αυτό το ξέρει μόνο ο Θεός, αλλά πρέπει κι εσύ να βάλεις το χεράκι σου. Τα παιδιά μου γνωρίζουν ότι εργάζομαι ως πωλητής της «σχεδίας». Η σχέση μου, όμως, μαζί τους δεν έχει εξομαλυνθεί. Το γιο μου έχω να τον δω τρία χρόνια, μένει στην Κρήτη μαζί με τη μητέρα του. Τα κορίτσια και τα πέντε μου εγγόνια τα βλέπω πού και πού. Δεν έχω όνειρα. Όποτε κάνω όνειρα, δεν πραγματοποιούνται. Γι’ αυτό, έχω πάψει να ονειρεύομαι. Ποιος περίμενε να παντρευτώ, να κάνω τρία παιδιά και στο τέλος να μείνω στο δρόμο;