Shedia

EN GR

15/06/2023

Μαρία Κλάρα

 

Γεννήθηκα το 1989 στις Συκιές της Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας μου εργαζόταν ως νεκροκομιστής σε γραφείο τελετών, ενώ η μητέρα μου σε υποδηματοποιείο, επιδιόρθωνε παπούτσια. Την παρατηρούσα που κολλούσε παπούτσια στο σπίτι, κι ήταν κάτι που ήθελα να μάθω κι εγώ. Δεν τα κατάφερα, όμως. Είχα και τέσσερις αδερφούς, μεγαλύτερους σε ηλικία, τον έναν μάλιστα τον έχασα το 2012. Έφυγε από εγκεφαλικό μόλις στα 30 του χρόνια. Ήταν ένα πολύ βαρύ πλήγμα για μένα. Ως παιδί, ονειρευόμουν να γίνω γιατρός. Μου άρεσαν πιο πολύ η φυσική και τα μαθηματικά και, φυσικά, η γυμναστική. Ιδίως, δε, το σχοινάκι. Στο σχολείο δεχόμουν μπούλινγκ, οι συμμαθητές μου με έφτυναν, με χτυπούσαν, με κορόιδευαν. Διαρκώς, γυρνούσα σπίτι με πόνο στην κοιλιά. Μοιραία, στην Α’ Γυμνασίου, ξεγράφτηκα από το τυπικό σχολείο και ο πατέρας μου με έγραψε σε ειδικό σχολείο, αλλά εγώ δεν ήθελα να πάω. Έτσι, δεν συνέχισα την εκπαίδευσή μου. Στα 17 μου εργάστηκα ως ράφτρα σε βιοτεχνία ρούχων που διατηρούσε μία θεία μου στη Θεσσαλονίκη, αλλά μετά από ένα χρόνο αυτή έκλεισε. Για ένα διάστημα διένεμα και διαφημιστικά φυλλάδια. Για χρόνια, αν και ήθελα να δουλέψω, ήμουν περιορισμένη στο σπίτι και ήθελα να δουλέψω, ήμουν περιορισμένη στο σπίτι και φρόντιζα τον πατέρα μου. Είχε σοβαρά καρδιολογικά και κινητικά προβλήματα. Ζούσα από τη σύνταξή του. Έφυγε από τη ζωή το 2020, σε ηλικία 77 χρόνων. Το 2015, γνώρισα τον σύντροφό μου, που ήταν φίλος των αδερφών μου. Έμεινα έγκυος πριν παντρευτούμε. Οι δικοί μου τον ήθελαν, αλλά η μητέρα του αντιδρούσε, δεν ήθελε εμένα. Έτσι, αποφασίσαμε να κλεφτούμε. Όσο ήμουν έγκυος, μέναμε στο δρόμο. Τρώγαμε στα συσσίτια και αρκετές φορές βρίσκαμε καταφύγιο στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο, ειδικά όταν έβρεχε. Γέννησα στην Έδεσσα. Ο άνδρας μου καταγόταν από ένα χωριό της Πέλλας και πήγαμε να μείνουμε με τη μητέρα του, η οποία, λόγω του παιδιού, τελικά, με αποδέχθηκε. Ο άνδρας μου εργαζόταν στο παρελθόν σε εργοστάσιο επεξεργασίας ροδάκινων, από το οποίο είχε απολυθεί, και έψαχνε για δουλειά, αλλά μάταια. Όπως ακριβώς και εγώ. Μετά τη γέννηση της κόρης μου, πήγαμε να μείνουμε με τη μητέρα μου. Ντρεπόμουν όλο το προηγούμενο διάστημα να της πω ότι είχαμε βρεθεί στο δρόμο. «Δεν έπρεπε, σε καμία περίπτωση, να αισθάνεσαι ντροπή», με διαβεβαίωσε. Η πεθερά μου πίστευε ότι η κόρη μου θα έπρεπε να δοθεί σε ίδρυμα. Τελικά, όταν ήταν τεσσάρων χρόνων, το 2019, δόθηκε σε ανάδοχη οικογένεια. Καθώς δεν έβρισκα εργασία, ο άνδρας μου μού πρότεινε, το 2021, και αφού είχε ήδη πεθάνει ο πατέρας μου, να φορέσω το κόκκινο γιλέκο της «σχεδίας». Εκείνος ήταν διανομέας του περιοδικού από το Μάιο του 2019. Έγινα πωλήτρια της «σχεδίας» το Μάιο του 2021. Από την αρχή, αισθάνθηκα υπέροχα. Ήμουν χωρίς δουλειά για πάρα πολλά χρόνια και, βγαίνοντας στο δρόμο με το κόκκινο γιλέκο, ένιωθα ότι ξαναζωντάνευα, ότι έκανα ένα νέο ξεκίνημα. Πραγματικά, το απολάμβανα. Την αγάπη και τη στοργή που δέχομαι από τον κόσμο που αγοράζει το περιοδικό δεν τα έχω βιώσει ποτέ ξανά στη ζωή μου. Με τα χρήματα που κερδίζω από την πώληση του περιοδικού μπορώ και καλύπτω κάποια μικροέξοδα, ενώ έχω αγοράσει και πολλά πράγματα για τη μικρή μου. Θα ήθελα να την ξαναδώ και να είμαστε πάλι μαζί. Το τελευταίο διάστημα, προσέχω και τη μητέρα μου, που αντιμετωπίζει προβλήματα με την καρδιά και την κίνησή της.